Η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη αύξηση ηλικιωμένων άνω των 80 ετών στην Ευρωπαϊκή Ένωση την τελευταία 20ετία, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για την περίοδο 2004-2024. Το ποσοστό των πολιτών άνω των 80 ετών ανήλθε από 3,8% σε 7%, σημειώνοντας αύξηση 3,2 ποσοστιαίων μονάδων, τη μεγαλύτερη σε όλη την ΕΕ – μαζί με τη Λετονία και την Πορτογαλία.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η γήρανση του πληθυσμού αποτελεί κοινή τάση. Από το 2004 ως το 2024, το ποσοστό των πολιτών άνω των 80 αυξήθηκε από 3,8% σε 6,1%, ενώ ο συνολικός πληθυσμός ανέβηκε από 432,8 σε 449,2 εκατομμύρια κατοίκους. Η μέση ηλικία στην ΕΕ φτάνει τα 44,7 έτη.
Επιπλέον, οι άνθρωποι ηλικίας 65 ετών και άνω αποτελούν πλέον το 21,6% του ευρωπαϊκού πληθυσμού, αυξημένο κατά 5,2 ποσοστιαίες μονάδες από το 2004. Αντίθετα, τα παιδιά και οι έφηβοι κάτω των 15 ετών έχουν μειωθεί, από 16,2% σε 14,6%. Η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή αυτής της μεταβολής.
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΚΑΘΕΛΚΥΣΗ – “ΦΙΑΣΚΟ” ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΣΤΗ Β. ΚΟΡΕΑ (ΒΙΝΤΕΟ)
Παρά την αύξηση του πληθυσμού κατά 4% στην ΕΕ – χάρη κυρίως στη μετανάστευση και την εισροή προσφύγων από την Ουκρανία – η γήρανση παραμένει βαθιά ριζωμένο και διαρθρωτικό φαινόμενο, οφειλόμενο σε χαμηλή γεννητικότητα, αυξημένο προσδόκιμο ζωής και αλλαγές στον οικογενειακό σχεδιασμό.
Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι πιο ανησυχητική: η ραγδαία μείωση των γεννήσεων σε συνδυασμό με τη γήρανση αντιστρέφει την πληθυσμιακή πυραμίδα.
Επιπλέον, οι γυναίκες υπερτερούν αριθμητικά των ανδρών – στην ΕΕ κατά 4,4% και στη Λετονία κατά 15,5%. Αν και σε πολλές χώρες ο λόγος αυτός μειώνεται, στην Ελλάδα οι γυναίκες εξακολουθούν να ζουν περισσότερο, επηρεάζοντας το δημογραφικό προφίλ.
Η γήρανση δεν είναι μόνο στατιστικό στοιχείο, αλλά μια νέα πραγματικότητα που απαιτεί αναδιάρθρωση ασφαλιστικών ταμείων, μεταρρύθμιση των πολιτικών υγείας και πρόνοιας, και αλλαγή στην κοινωνική στάση απέναντι στην τρίτη ηλικία.