Ο πρωθυπουργός της Κυβέρνησης της Τρίπολης Φαγιέζ αλ Σαράτζ σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ιταλική εφημερίδα «Corriere della Sera» εμφανίζεται, αν μη τι άλλο, ιδιαίτερα προκλητικός, αναρωτώμενος:
«Μα καλά έχουν την πεποίθηση οι Έλληνες ότι η Λιβύη είναι τόσο αδύναμο κράτος; Τους προειδοποιούμε ότι Δεν θα ανεχθούμε κανενός είδους πίεση ή οποιαδήποτε προσπάθεια χειραγώγησης», ενώ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τις ελληνικές αντιδράσεις για το Μνημόνιο Συναντίληψης με την Άγκυρα άτοπες και υπερβολικές.
Ο κ. Σαράτζ ερωτηθείς για το βέτο της Ιταλίας να παράσχει οπλισμό στη Λιβύη απάντησε ότι η Λιβυκή Κυβέρνηση έχει ζητήσει όπλα όχι μόνο από την Ιταλία, η οποία έχει το δικαίωμα επιλογής σε ποιους θα τα παρέχει, αλλά και από άλλες χώρες. Ωστόσο, όπως είπε, δεν έλαβαν ποτέ επίσημη απάντηση της Ρώμης στο αίτημά τους, αλλά προηγήθηκε πλούσια ανταλλαγή απόψεων με τον Υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας Di Maio.
Συγχρόνως, ο κ. Σαράτζ τόνισε πως οι αντίπαλες δυνάμεις στη Βεγγάζη, ήτοι ο Χαλίφα Χαφτάρ, κάνουν λόγο για γενικευμένες θέσεις περί ειρήνης και φιλίας, οι οποίες είναι άνευ ουσίας, ενώ είναι γεγονός πως υπάρχουν χώρες που από τη μία πλευρά επιθυμούν να συμβάλουν στην ενίσχυση του στρατιωτικού εξοπλισμού των δυνάμεων που αντίκεινται στην κυβέρνηση της Τρίπολης και από την άλλη χώρες, όπως η Ιταλία, η οποία εστιάζει περισσότερο στην πολιτική της διευθέτησης του ζητήματος μέσω διαλόγου.
Όπως ο ίδιος σημειώνει, «βρισκόμαστε υπό καθεστώς στρατιωτικής επίθεσης, με τον πληθυσμό μας να υποφέρει από τραυματισμούς, θανάτους και εκτοπισμένους».
Ο κ. Σαράτζ ερωτήθηκε και για την προέλαση του Στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ με τους Ρώσους στρατιώτες, ενώ η πολιτοφυλακή της Τρίπολης εφοδιάζεται με όπλα από την Τουρκία για το ποιος εν τέλει υπαγορεύει τους νόμους του παιχνιδιού που αυτή την ώρα διαδραματίζεται στην Τρίπολη: Ερντογάν ή Πούτιν;
Ο Σαράτζ εκτίμησε πως το σενάριο περιπλέκεται όλο και περισσότερο, καθώς επεμβαίνουν οι ξένες δυνάμεις, ενώ θεωρεί πως η λύση δεν βρίσκεται στα όπλα μέσω μίας αναμέτρησης του Πούτιν με τον Ερντογάν.
Εμφανίζεται υπέρμαχος των διμερών συνομιλιών και διαπραγματεύσεων, αναφέροντας ως απτά παραδείγματα τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και των Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ενώ πιστεύει πως ο εχθρός της Τρίπολης, ήτοι ο Χαλίφα Χαφτάρ, έχει ήδη αποτύχει, καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται 9 μήνες τώρα (συγκεκριμένα από τις 4 Απριλίου), αναιρώντας την πρώτη δήλωση του στρατάρχη πως «σε 48 ώρες θα ήταν στην Τρίπολη».
Παράλληλα, εμφανίστηκε αισιόδοξος πως η GNA στο τέλος θα επικρατήσει, δείχνοντας το δρόμο για το ποιος θα αποφασίζει για το μέλλον της Λιβύης και ποιος θα δικαστεί από το Διεθνές Δικαστήριο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Αναφορικά με τη στάση της Ρώμης απέναντι στη συμφωνία της Τουρκίας με τη Λιβύη ο κ. Σαράτζ απάντησε πως τόσο η Λιβύη όσο και η Τουρκία είναι μέλη του ΟΗΕ, έχουν κυρίαρχες κυβερνήσεις και οι συμφωνίες που υπογράφτηκαν αποτελούν δικαίωμά τους. Η κυβέρνηση της Τρίπολης εκτιμά τη συνεργασία που έχει με την Ιταλία, αισιοδοξεί για περαιτέρω συνεργασία, ενώ οι διαπραγματεύσεις με την Άγκυρα που έχουν λάβει χώρα ήδη από το 2004 συνεχίζονται και τα πνεύματα αντιρρησίας μπορούν να απευθυνθούν στα διεθνή δικαστήρια.
Ο κ. Σαράτζ επισήμανε τον κίνδυνο που ελλοχεύει από τις ξένες στρατιωτικές επεμβάσεις του παρελθόντος, αλλά και της πολεμικής δια των αντιπροσώπων είτε αυτοί είναι Ρώσοι, Αιγύπτιοι ή άλλοι. Θεωρεί πως η κυβέρνηση δεν έπρεπε να κατηγορηθεί, επειδή δέχεται τουρκικό στρατιωτικό εξοπλισμό, την στιγμή μάλιστα που η πρωτεύουσα βομβαρδίζεται και οι απώλειες είναι μεγάλες.
«Κανένας αξιωματούχος που είναι υπεύθυνος δεν μπορεί να μένει απαθής τη στιγμή που ο πληθυσμός μας υποφέρει. Όποιος ασκεί επικρίσεις για αυτό, καλό θα ήταν να σκεφτεί τι θα έπραττε στη θέση μας και θα ανακαλύψει ότι δεν είχαμε καμία άλλη επιλογή».