Ο Γενικός Διευθυντής της Turkish Aerospace Industries (TUSAŞ), Mehmet Demiroğlu, παρουσίασε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο πρόγραμμα εξοπλιστικής και τεχνολογικής ανάπτυξης που έχει θέσει η Τουρκία για την επόμενη δεκαετία. Όπως αποκάλυψε, μέχρι το 2034, η χώρα σχεδιάζει να κατασκευάσει περίπου 500 μαχητικά αεροσκάφη τύπου KAAN, HÜRJET και HÜRKUŞ, τοποθετώντας τη χώρα σε μια νέα σφαίρα στρατιωτικής και τεχνολογικής ισχύος.
Επιπλέον, ανακοίνωσε την παραγωγή περισσότερων από 350 ελικοπτέρων (GÖKBEY, ATAK, ATAK-2), αλλά και περίπου 600 UAV (μη επανδρωμένων αεροχημάτων), όπως τα ANKA-3, ANKA-1 και Aksungur, τα οποία θα ενισχύσουν περαιτέρω τις δυνατότητες παρακολούθησης, αναγνώρισης και χτυπημάτων ακριβείας. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η πρόθεση της Τουρκίας να μπει δυναμικά στη διαστημική τεχνολογία με την κατασκευή περίπου 20 δορυφόρων, ανοίγοντας έναν νέο τομέα στρατηγικής σημασίας.
Ο Demiroğlu τόνισε πως πρόκειται για μια μαζική αμυντική και τεχνολογική παραγωγή, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ ό,τι έχει πετύχει έως σήμερα η TUSAŞ. Ο μεγάλος στόχος είναι η επίτευξη ενός κύκλου εργασιών 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2034, κάτι που υπογραμμίζει τη σημασία της αεροπορικής βιομηχανίας τόσο για την εθνική ασφάλεια όσο και για την οικονομία της Τουρκίας.
Η ταχύτατη ανάπτυξη της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας εγείρει αναπόφευκτα το ερώτημα: πώς θα απαντήσει η Ελλάδα; Το ερώτημα δεν είναι μόνο στρατιωτικό, αλλά και στρατηγικό. Η Ελλάδα καλείται να κινηθεί μεθοδικά και δυναμικά σε τρεις βασικούς άξονες: ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, αναβάθμιση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και διατήρηση ψυχραιμίας σε μια νέα κούρσα εξοπλισμών.
Η χώρα έχει ήδη πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα: η απόκτηση 24 Rafale, η αναβάθμιση των F-16 σε έκδοση Viper και η επικείμενη ένταξη των F-35 έχουν διαμορφώσει μια ποιοτικά ανώτερη Πολεμική Αεροπορία. Ωστόσο, αυτό το πλεονέκτημα δεν είναι δεδομένο. Απαιτούνται επενδύσεις σε αεροναυπηγική και τεχνολογική ανάπτυξη, η επανεκκίνηση της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ), η ενίσχυση των ναυπηγείων και η διείσδυση σε σύγχρονους τομείς όπως η κυβερνοάμυνα και τα δίκτυα C4ISR (Command, Control, Communications, Computers, Intelligence, Surveillance, Reconnaissance).
Ενώ η Τουρκία επιλέγει την ποσοτική υπεροχή, η Ελλάδα πρέπει να εστιάσει στη ποιότητα, ακρίβεια και στη συμμαχική τεχνολογική συνεργασία. Στο σημερινό γεωπολιτικό τοπίο, το να ακολουθείς δεν είναι επιλογή. Πρέπει να προηγείσαι. Η Ελλάδα καλείται να αξιοποιήσει τις συμμαχίες, τις καινοτομίες και το ανθρώπινο δυναμικό της, ώστε να διασφαλίσει τη θέση της όχι μόνο στον αμυντικό τομέα αλλά και στο παιχνίδι της τεχνολογικής υπεροχής.