Είναι ίσως η πιο καθοριστική δεκαετία για την Ελλάδα. Ενώ τα φώτα της δημοσιότητας στρέφονται σε διαμάχες, lifestyle ειδήσεις και διεθνή σκάνδαλα, κάτι πολύ πιο σοβαρό συμβαίνει κάτω από τη μύτη μας. Και κανείς δεν μιλάει γι’ αυτό. Μια σιωπηλή αλλά θεμελιώδης μεταμόρφωση που θα αλλάξει για πάντα τη ζωή μας.
Από το 2020 και μετά, η Ελλάδα έχει μπει σε ένα σχέδιο γεωπολιτικής, κοινωνικής και τεχνολογικής μετάβασης με στόχο την πλήρη ευθυγράμμιση με την περίφημη Ατζέντα 2030. Ένα σχέδιο του ΟΗΕ που υπόσχεται «βιώσιμη ανάπτυξη», αλλά στην πράξη γεννά ερωτήματα: Ανάπτυξη για ποιον; Και με ποιο κόστος;
Το «αθόρυβο» reset της καθημερινότητάς μας
Ήδη βλέπουμε τις αλλαγές: ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που αποφασίζουν για μας, έξυπνες πόλεις που καταγράφουν τις κινήσεις μας, σχολεία που διδάσκουν «δεξιότητες ζωής» αντί για γνώση. Το ερώτημα είναι: οδηγούμαστε σε μια κοινωνία με περισσότερες ευκαιρίες ή σε έναν τεχνοκρατικό έλεγχο που χάνουμε κάθε ίχνος ατομικής βούλησης;
Το σενάριο της κοινωνικής αναδιάρθρωσης
Πολλοί αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: οικονομικός ανασχεδιασμός, ενεργειακή μετάβαση χωρίς υποδομές, υπερφορολόγηση μικρομεσαίων, εισαγόμενη εργασία χωρίς έλεγχο, πολιτισμική αλλοίωση. Όλα αυτά συνθέτουν μια εικόνα μιας Ελλάδας που ίσως δεν θα αναγνωρίζουμε σε πέντε χρόνια.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση think-tank της Ευρώπης, η Ελλάδα αποτελεί “πιλοτικό κράτος” για την εφαρμογή πολιτικών μαζικής ψηφιοποίησης σε μικρό πληθυσμιακό δείγμα, κάτι που σε απλή γλώσσα σημαίνει ότι πειραματίζονται με εμάς.
Πού είναι η φωνή της κοινωνίας;
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο δεν είναι οι αλλαγές καθαυτές, αλλά η σιωπή. Πού είναι οι πανεπιστημιακοί, οι διανοούμενοι, οι άνθρωποι του πνεύματος; Πού είναι η εθνική αυτοκριτική; Η δημόσια συζήτηση; Αντί γι’ αυτό, παρακολουθούμε reality και σχολιάζουμε στα social media.
Μπορούμε να κάνουμε κάτι;
Η απάντηση είναι ΝΑΙ. Πρώτο βήμα: ενημέρωση και εγρήγορση. Να μάθουμε τι σημαίνουν πράγματι οι πολιτικές της Ατζέντας 2030 για τη χώρα. Δεύτερο: να απαιτήσουμε διαφάνεια και διάλογο. Και τρίτο: να ενώσουμε φωνές, πριν καταλήξουμε να μιλάμε μόνοι.